Η πριγκίπισσα Ροσαμπέλα θα μπορούσε να είναι η πιο όμορφη και αγαπητή πριγκίπισσα στον κόσμο. Δεν είχε μόνο αστραφτερό χαμόγελο, χρυσαφένιες μπούκλες και την πιο χαριτωμένη μυτούλα: είχε επίσης ροζ ομπρέλα, ροζ κουνουπιέρα, ροζ μπανιέρα και έπινε κάθε απόγευμα ένα ποτήρι ροζ λεμονάδα.
Η πριγκίπισσα
Ροσαμπέλα είχε όμως και ένα σκοτεινό μυστικό. Ενώ τα πάντα μέσα στο βασίλειό
της είχαν το σωστό χρώμα, υπήρχε κάτι που δεν μπορούσε με τίποτα να το κάνει
ροζ.
Κι αυτό το κάτι
ήταν η κατάμαυρη σκιά της.
Μερικές φορές,
όταν έπαιζε για παράδειγμα με τις άλλες πριγκίπισσες στον κήπο, η σκιά της δεν
ήταν και τόσο τρομερή. Έμοιαζε περισσότερο με ένα μικρό παραπονιάρικο γατί που
έτρεχε πίσω από τη Ροσαμπέλα. Άλλες φορές όμως, ειδικά την ώρα που νύχτωνε, η
σκιά γινόταν πιο μεγάλη κι από την ίδια την πριγκίπισσα: ένα κατάμαυρο,
θυμωμένο τέρας που καβγάδιζε με όποιον έβρισκε μπροστά του.
Όταν η Ροσαμπέλα
έγινε 9 χρονών, δηλαδή ολόκληρο κορίτσι, αποφάσισε ότι έπρεπε να ξεφορτωθεί τη
μαύρη της σκιά μια για πάντα. Από ένα βιβλίο που διάβαζε όταν ήταν μικρή, της
μπήκε η ιδέα να ζητήσει τη βοήθεια μιας Καλής Νεράιδας.
(Στο βασίλειο της Ροσαμπέλας, δεν είναι καθόλου δύσκολο να βρεις μια καλή νεράιδα, αρκεί να φροντίσεις να κλείσεις πρώτα ραντεβού).
(Στο βασίλειο της Ροσαμπέλας, δεν είναι καθόλου δύσκολο να βρεις μια καλή νεράιδα, αρκεί να φροντίσεις να κλείσεις πρώτα ραντεβού).
Η Ροσαμπέλα, που
δεν είχε κλείσει ραντεβού, βρήκε την Όχι-Και-Τόσο-Καλή Νεράιδα και την
επισκέφτηκε στο μικρό της μαγαζάκι. Η Όχι-Και-Τόσο-Καλή Νεράιδα κοίταξε τη
Ροσαμπέλα πολύ προσεκτικά -από το κοκαλάκι των μαλλιών, μέχρι το φιογκάκι των
παπουτσιών- και την ξάπλωσε σε ένα μεγάλο κάθισμα.
Μετά, πήρε μια πράσινη κρέμα
που μύριζε βατραχίλα και την άπλωσε στο πρόσωπο της μικρής πριγκίπισσας.
"Μπορεί να σε τσούξει λίγο..." είπε με την ξινή της φωνή "...αλλά,
μπρος στη λάμψη, τι είναι λίγος πόνος. Αυτή η μαγική πομάδα θα διώξει για πάντα
τη σκιά."
Αφού η Ροσαμπέλα
επανέλαβε τις λέξεις "μαγική πομάδα" εννιά φορές, ήρθε επιτέλους η
ώρα για να βγάλουν την κρέμα από το πρόσωπό της.
Αλλά τότε, ωωω τι έκπληξη:
το πρόσωπο της Ροσαμπέλας ήταν
κατακόκκινο και η σκιά κουνούσε εκνευρισμένα την ουρά της.
Όταν μάλιστα η
Όχι-Και-Τόσο-Καλή Νεράιδα άρχισε να λέει στη Ροσαμπέλα ότι έπρεπε να έχει κάνει
περισσότερη υπομονή, η σκιά απλώθηκε σε όλο το δωμάτιο και άρχισε να κυνηγά τη
Νεράιδα για να την καταπιεί. Η Ροσαμπέλα, νιώθοντας στενοχωρημένη και
ντροπιασμένη, πήρε το ροζ της πορτοφολάκι και γύρισε στο παλάτι, ακολουθώντας
την τρομερή σκιά της.
Την επόμενη μέρα,
η πριγκίπισσα Ροσαμπέλα ξύπνησε με μια καινούρια ιδέα για το πώς θα μπορούσε να
απαλλαγεί από την απαίσια σκιά. Δεν είχε παρά να βρει έναν γενναίο ιππότη, να
τον κάνει να την ερωτευτεί και να την γλιτώσει από την μαύρη της μαυρίλα. Μετά,
ίσως να τον παντρευόταν κιόλας. Ανέβηκε στο ροζ της τρίκυκλο και ξεκίνησε για
την πλατεία, όπου μαζεύονταν κάθε απόγευμα διάφοροι ιππότες για να
ξιφομαχήσουν.
Η Ροσαμπέλα κοίταξε όλους τους ιππότες προσεκτικά και διάλεξε
εκείνον με την πιο λαμπερή πανοπλία. Μετά, τον πλησίασε, τον κοίταξε βαθιά στα
μάτια και του είπε σοβαρά: "Γενναίε
ιππότη, αν σκοτώσεις την απαίσια σκιά μου, η καρδιά μου θα είναι δική σου για
πάντα". Τα μάγουλα του ιππότη αναψοκοκκίνισαν γιατί η Ροσαμπέλα ήταν μια
όμορφη πριγκίπισσα. Έβγαλε χωρίς δεύτερη σκέψη το σπαθί του και όρμηξε πάνω στη
σκιά της Ροσαμπέλας για να την σκοτώσει.
Ο ιππότης είχε πέσει με τα μούτρα πάνω
στη σκιά κι όλα έδειχναν να πηγαίνουν καλά, μέχρι που πάτησε κατά λάθος το ροζ γοβάκι
της πριγκίπισσας. Τότε, η σκιά έβγαλε ένα δυνατό μουγκρητό και βάλθηκε να
κυνηγάει τον ιππότη μέχρι που εκείνος κρύφτηκε πίσω από τα πόδια της μαμάς του.
Η Ροσαμπέλα, νιώθοντας για άλλη μια φορά ντροπιασμένη και στενοχωρημένη,
ανέβηκε στο ροζ της τρίκυκλο και γύρισε πίσω στο παλάτι, τσαλαπατώντας την σκιά
της στο δρόμο.
Εκείνο το βράδυ,
από τη στενοχώρια της που έχασε τον μεγάλο της έρωτα εξαιτίας της σκιάς της,
δεν της ερχόταν ύπνος. Με το πολύ στριφογύρισμα όμως, της ήρθε μια καινούρια
ιδέα. Ο πράσινος δράκος, με την καυτή του αναπνοή και τη μεγάλη του κακία, ίσως
θα μπορούσε να κάνει στάχτη την σκιά της. Ήταν βέβαια επικίνδυνος και
τρομακτικός και η Ροσαμπέλα έφαγε τα νύχια από εννιά δάχτυλα μέχρι να το πάρει
απόφαση, αλλά το επόμενο κιόλας πρωί πήρε το δρόμο για τη σπηλιά του χωρίς να
πει τίποτα σε κανέναν. Ούτε καν στο ροζ της κανίς.
Πριν ακόμα
προλάβει να χτυπήσει το κουδούνι της σπηλιάς, ο δράκος υποδέχθηκε τη Ροσαμπέλα
με μια μπουνιά από φωτιά και ένα πολύ αγενές ρέψιμο. Η μικρή πριγκίπισσα ήταν
όμως αποφασισμένη να μην τρομάξει. Στάθηκε απέναντι στον δράκο και τον κοίταξε
ήρεμα στα μάτια, μέχρι που (1,2,3 δεν σε φοβάμαι, 1,2,3 δεν σε φοβάμαι...) ηρέμησε
κι εκείνος.
Μέσα στη σιωπή,
ακούστηκε για πρώτη φορά η φωνή του δράκου: "Δεν έχω συνηθίσει να μου συμπεριφέρονται έτσι. Συνήθως
οι άνθρωποι με πολεμούν. Κι εγώ θυμώνω περισσότερο και τους τρώω".
"Εγώ δεν
ήρθα για να σε πολεμήσω" του απάντησε η Ροσαμπέλα. "Ήθελα μόνο να σου
ζητήσω μια χάρη. Μπορείς σε παρακαλώ να κάνεις στάχτη και να σβήσεις μια για
πάντα την κατάμαυρη σκιά μου;"
Ο δράκος, που δεν είχε κουβεντιάσει ποτέ
του με κανέναν γιατί όλους τους σκότωνε, ένιωσε μπερδεμένος. Του άρεσε που
επιτέλους συζητούσε αντί να μαλώνει. Δεν ήθελε να το ρίξει πάλι στα μουγκρητά και
στις φωτιές.
"Μικρή πριγκίπισσα, αντί να εξαφανίσω τη σκιά σου, εγώ
προτιμώ να γίνω φίλος σου."
Η Ροσαμπέλα ξαφνιάστηκε
κι εκείνη όσο και ο δράκος. Δεν ήξερε τι ακριβώς να κάνει αλλά το σίγουρο είναι
ότι ένιωσε πολύ ωραία που ένας ολόκληρος τρομερός δράκος αποφάσισε να συμπεριφερθεί
ωραία εξαιτίας της.
Μήπως τελικά δεν
ήταν και τόσο τρομερή η σκιά της;
Μήπως το μόνο που
χρειαζόταν ήταν να της φορέσει ένα λεπτό ροζ κολάρο για να μπορεί να την
ελέγχει καλύτερα;
Μήπως περίσσευε
τελικά χώρος και για μια μικρή σκιά στο απέραντο ροζ βασίλειό της;
Αφού σκέφτηκε
καλά τις απαντήσεις σε αυτές τις τρεις (μαγικές;) ερωτήσεις, η Ροσαμπέλα έγινε στ' αλήθεια η πιο όμορφη
και αγαπητή πριγκίπισσα σε όλο τον κόσμο.
Υπήρξε βέβαια και μία φορά που η σκιά
αντιμίλησε στη δασκάλα, κι άλλη μία που κλώτσησε έναν ζόρικο ιππότη.
Και
υπήρξαν και μερικές φορές ακόμη αλλά... ξέρετε εσείς κανέναν άνθρωπο που να μην τον ακολουθεί μια μαύρη σκιά;